Ένας «τρίτος δρόμος» στη νομισματική κυριαρχία

Μαρία Δεμερτζή*

 

Ο αυξανόμενος γεωπολιτικός κίνδυνος και παγκόσμιες συγκρούσεις, μαζί με την ταυτόχρονη αναζήτηση οικονομικής ασφάλειας, αμφισβητούν τον πυλώνα του παγκόσμιου χρηματοπιστωτικού συστήματος: το δολάριο.

Προτιμούν πια οι χώρες την εναλλακτικές λύσεις από την αποτελεσματικότητα, η οποία είναι ένας από τους λόγους για τους οποίους κανένα νόμισμα δεν είναι πιθανό να αναδειχθεί ως διάδοχος του δολαρίου. ‘Ετσι, το παγκόσμιο χρηματοπιστωτικό σύστημα είναι πιθανό ν’ακολουθήσει έναν «τρίτο δρόμο», με πολλαπλές εναλλακτικές λύσεις, χωρίς κανένα νόμισμα να κυριαρχεί.

Αυτό θα είναι μια έντονη αλλαγή. Από το τέλος του Β ‘Παγκοσμίου Πολέμου και ειδικά από τότε που το σύστημα του Bretton Woods έσπασε το 1971 και οι ΗΠΑ εγκατέλειψαν τον κανόνα του χρυσού, το δολάριο είναι το πιο περιζήτητο νόμισμα για το εμπόριο, τις χρηματοοικονομικές ροές και τα συναλλαγματικά αποθέματα.  Ένα πρόσφατο έγγραφο της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας επιβεβαίωσε ότι το δολάριο παραμένει το πιο δημοφιλές νόμισμα διεθνώς, με το ευρώ να έρχεται μακρινό δεύτερο.

Οι ΗΠΑ αλλά και το παγκόσμιο χρηματοοικονομικό σύστημα έχουν επωφεληθεί από τον ρόλο του δολαρίου. Η ΗΠΑ απολαμβάνει το «εξωφρενικό προνόμιο», να μπορεί να δανείζεται φθηνά και χωρίς οικονομικούς περιορισμούς. Σε αντάλλαγμα, εξασφάλιζε επαρκή προσφορά δολαρίων για την κάλυψη των παγκόσμιων συναλλαγών, και ταυτόχρονα την αξία του δολαρίου. Επιπλέον, σε περιόδους κρίσης, η Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ παρείχε ρευστότητα προκειμένου να διασφαλίσει την εμπορική και οικονομική ομάλοτητα παγκοσμίως.

Ο αυξανόμενος γεωπολιτικός κατακερματισμός αμφισβητεί σταδιακά αυτή την ηγεμονία. Το δολάριο παραμένει μεν το προτιμώμενο μέσο αποθήκευσης αξίας σε όλο τον κόσμο, με τον χρυσό να ξεπερνά πρόσφατα το ευρώ ως το δεύτερο μεγαλύτερο αποθεματικό περιουσιακό στοιχείο.

Ωστόσο, η θέση του ως η προτιμώμενη μέθοδος πληρωμών στον κόσμο αμφισβητείται, εν μέρει χάρη στις κυρώσεις μετά την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία το 2022. Η Δύση απέκοψε τη Ρωσία από το διεθνές χρηματοπιστωτικό σύστημα και το εμπόριο, οπλίζοντας ουσιαστικά τα νομίσματά της. Αυτό ώθησε το παγκόσμιο ενδιαφέρον για εναλλακτικούς τρόπους πληρωμής προκειμένου να μπορούν οι χώρες να συνεχίζουν να εμπορεύονται σε περίπτωση που κι αυτές υφίστανται κυρώσεις από την Αμερική ή την Δύση.

Στις αρχές του 2022, μόνο 15 χώρες είχαν πιλοτικά προγράμματα για τα ψηφιακά νομίσματα της Κεντρικής Τράπεζας – ένας αριθμός που έχει τουλάχιστον τριπλασιαστεί από τότε. Τα νομίσματα αυτά, τα οποία θεωρητικά επιτρέπουν δύο κεντρικές τράπεζες να διακανονίζουν οποιαδήποτε συναλλαγή χωρίς να χρειάζεται να χρησιμοποιούν την κεντρική τράπεζα των ΗΠΑ , θα μπορούσαν ενδεχομένως να αποτελέσουν μια εναλλακτική μέθοδο για τις διασυνοριακές πληρωμές χονδρικής. Επίσης, η πρώτη γενιά κρυπτονομισμάτων όπως το bitcoin, αποτελούν κι αυτά μη κρατικές εναλλακτικές λύσεις για διασυνοριακές πληρωμές κι αποτελούν, κατά κάποιο τρόπο, ασφάλιση έναντι της πιθανότητας κυρώσεων, επειδή αποφεύγουν τη δομή του κρατικού χρήματος. Τα stablecoins, η καινούργια γενιά κρυπτονομισμάτων βασίζονται σε δολάρια και έτσι δεν θα μπορούν να παρακάμτουν κυρώσεις, αλλά θα επιτρέπουν ευκολότερη πρόσβαση στο αμερικανικό νόμισμα. Από την άποψη αυτή, έχουν τη δυνατότητα να χρησιμοποιηθούν εκτενέστερα στις διασυνοριακές χονδρικές συναλλαγές παγκοσμίως.

Κανένα άλλο νόμισμα, ούτε το ευρώ, δεν είναι σε θέση να αντικαταστήσει το δολάριο. Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα θα μπορούσε να εξασφαλίζει την παροχή επαρκή ευρώ για να διευκολύνει τις παγκόσμιες πληρωμές εάν, όπως αναμένεται, αποφασίσει να επιδιώξει μεγαλύτερη διεθνοποίηση του νομίσματός της. Ωστόσο, με χρέος αξίας μόλις άνω των 6 τρισεκατομμυρίων ευρώ υψηλότατης αξιολόγησης (AAA ή AA+), δεν υπάρχουν επαρκή ασφαλή περιουσιακά στοιχεία για να υποστηρίξουν μεγαλύτερη χρήση του ευρώ. Η ΕΚΤ θα πρέπει επίσης να είναι πιο πρόθυμη να παρέχει ρευστότητα σε τρίτες χώρες (swap lines) σε περίπτωση ανάγκης, απ’ότι παρέχει τώρα, και η ίδια να βασίζεται λιγότερο σε ρευστότητα δολαρίων από την Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ, στην οποία έχει βασιστεί τα τελευταία 15 χρόνια.

Το κινεζικό γιουάν, το μόνο άλλο υποψήφιο νόμισμα, έχει επίσης βασικά εμπόδια για να αντικαταστήσει το δολάριο. Η Κίνα έχει γίνει πιο πρόθυμη τα τελευταία χρόνια να υποστηρίζει την παγκόσμια ρευστότητα, μια κίνηση που αναπόφευκτα υπονομεύει την ηγεμονία των ΗΠΑ ενισχύοντας τα συναλλαγματικά αποθέματα και απομακρύνοντας τους εμπορικούς διακανονισμούς από το δολάριο. Αλλά το γιουάν δεν είναι διαθέσιμο εκτός Κίνας και επομένως είναι μόνο εν μέρει μετατρέψιμο. Τέλος η αγορά για τα κινεζικά κρατικά ομόλογα που διατίθενται στους ξένους επενδυτές είναι επίσης μικρή, περίπου το 7% των εκκρεμών κρατικών ομολόγων.

Όλα αυτά συνθέτουν ένα πολυπολικό χρηματοπιστωτικό σύστημα για το μέλλον. Αυτός ο «τρίτος δρόμος» στις πληρωμές θα συμβεί εις βάρος της αποτελεσματικότητας και θα κατακερματίσει περαιτέρω την παγκόσμια οικονομία. Αλλά χωρίς ένα συγκεκριμένο νόμισμα να μπορεί να διαδεχθεί το δολάριο, η απάντηση στη σαφή επιθυμία να υπάρχουν εναλλακτικές μέθοδοι πληρωμών, θα είναι η διεθνοποίηση πολλαπλών νομισμάτων προκείμνου να μειωθεί η εξάρτηση από οποιοδήποτε μεμονωμένο. Αυτό βέβαι θα αυξήσει το κόστος χρηματοκοικονομικών συναλλαγών σε σχέση με σήμερα.

 

*Η Μαρία Δεμερτζή είναι επικεφαλής του Κέντρου Οικονομίας, Στρατηγικής και Χρηματοοικονομικών, για την Ευρώπη, The Conference Board.

Related Posts